Quantcast

Ενα πρόβλημα από τα παλιά

Σε θρίαμβο των εθνικιστών του VMRO-DPMNE εξελίχθηκε ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών στη Βόρεια Μακεδονία, την περασμένη Τετάρτη. Η υποψήφιά του, Γκιορντάνα Σιλιανόβσκα, συγκέντρωσε το 40% (έναντι μόλις 20% του νυν Προέδρου Στέβο Πενταρόφσκι) και είναι το ακλόνητο φαβορί για τον δεύτερο γύρο που θα διεξαχθεί στις 8 Μαΐου. Την ίδια ημέρα, στη γειτονική χώρα έχουν οριστεί βουλευτικές εκλογές, στις οποίες πλέον το VMRO-DPMNE αναμένεται να κάνει περίπατο. Η ελληνική εξωτερική πολιτική μόλις απέκτησε έναν ακόμα ισχυρό πονοκέφαλο.

Η διαφαινόμενη πολιτική και πολιτειακή αλλαγή στη Βόρεια Μακεδονία κλονίζει τη Συμφωνία των Πρεσπών, στην οποία, ούτως ή άλλως, τα τελευταία χρόνια συσσωρεύονταν μόνο προβλήματα. Ο κρίσιμος όρος της αντικατάστασης των δημοσίων εγγράφων (διαβατηρίων, ταυτοτήτων κ.ά.) με άλλα που φέρουν τη νέα ονομασία του κράτους ακόμα δεν έχει υλοποιηθεί, παρά το γεγονός ότι η γενναιόδωρη πενταετής προθεσμία που προέβλεπε η Συμφωνία έχει λήξει από τις 5 Φεβρουαρίου. Μια σειρά από όρους της Συμφωνίας έχει υλοποιηθεί μόνο μερικώς ή και καθόλου, ενώ ελάχιστη ως καμία πρόοδος έχει σημειωθεί σε πολύ σημαντικά ζητήματα, όπως είναι η αλλαγή των σχολικών βιβλίων, αλλά και οι συνομιλίες για τον καθορισμό της εμπορικής χρήσης του όρου «μακεδονικός».

Tην ευθύνη γι’ αυτή την καθυστέρηση είχε το SDSM, το κόμμα του πρώην πρωθυπουργού Ζόραν Ζάεφ. Μετά την αποτυχία της Βόρειας Μακεδονίας να ενταχθεί γρήγορα στην Ε.Ε., η Συμφωνία των Πρεσπών απώλεσε τη στήριξη της πλειονότητας του σλαβόφωνου πληθυσμού και το κυβερνών κόμμα απέφευγε να πιέσει για την πλήρη εφαρμογή των όρων της. Ακόμη και αυτό, βεβαίως, δεν βοήθησε να αποφευχθεί η πανωλεθρία στις εκλογές της περασμένης Τετάρτης.

Αυτές οι κωλυσιεργίες, ωστόσο, αποτελούν πταίσματα σε σύγκριση με την ανοιχτή αμφισβήτηση της Συμφωνίας από το VMRO-DPMNE και τα κορυφαία στελέχη του. Τόσο η νικήτρια των προεδρικών εκλογών Γκ. Σιλιανόβσκα, όσο και ο πρόεδρος του κόμματος Χρίστιαν Μίτσκοσκι συγκαταλέγονται στους κορυφαίους επικριτές της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ηταν αυτοί που ηγήθηκαν της καμπάνιας για την απόρριψή της στο δημοψήφισμα του 2018 και έκτοτε την πολεμούν λυσσαλέα. Ο Χρ. Μιτσκότσκι, μάλιστα, ο οποίος πλέον έχει πολύ καλές πιθανότητες να αναδειχθεί πρωθυπουργός της χώρας στις 8 Μαΐου, χρησιμοποίησε, ως αρχηγός της αντιπολίτευσης, την αντίθεσή στη Συμφωνία των Πρεσπών ως το κύριο όχημα της στρατηγικής του, ενώ σε πρόσφατες δημόσιες δηλώσεις της η Γκ. Σιλιάνοβσκα ξεκαθάρισε ότι δεν θα χρησιμοποιήσει το νέο όνομα εάν εκλεγεί Πρόεδρος και αναλάβει τα καθήκοντά της.

Αν και ο Χρ. Μιτσκόσκι ούτε κάποιο άλλο κορυφαίο στέλεχος του VMRO-DPMNE έχουν θέσει ως τώρα ζήτημα «καταγγελίας» της Συμφωνίας των Πρεσπών, δείχνουν ότι είναι έτοιμοι να την παραβιάσουν κατάφωρα όταν αναλάβουν τα νέα τους αξιώματα. Οι εθνικιστές του VMRO-DPMNE, άλλωστε, αρέσκονται να παριστάνουν τους σκληρούς στην εξωτερική πολιτική, όπως δείχνει η στάση τους και σε σχέση με τη βουλγαρική απαίτηση να εντάξει η Βόρεια Μακεδονία τους Βούλγαρους ως συστατικό στοιχείο του κράτους με νέα αναθεώρηση του Συντάγματος. Αν και η Βουλγαρία (που δεν αναγνωρίζει ούτε μακεδονική εθνότητα ούτε γλώσσα) έχει απειλήσει τη γειτονική χώρα με βέτο, το VMRO-DPMNE απορρίπτει κατηγορηματικά το αίτημα αυτό. Μάλιστα, ο Μίτσκοσκι δήλωσε πρόσφατα ότι δεν θα δεχθεί καμία νέα αναθεώρηση του Συντάγματος και ότι οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να στείλουν τους Βούλγαρους για «καφέ» όταν συζητηθεί η ευρωπαϊκή προοπτική της Βόρειας Μακεδονίας (κατά το πρότυπο της απουσίας Ορμπαν στη διάρκεια των αποφάσεων για την Ουκρανία).

Αν και η Βόρεια Μακεδονία δεν έχει ανταποκριθεί πλήρως στις υποχρεώσεις της που απορρέουν από τη Συμφωνία των Πρεσπών , η Αθήνα προτίμησε να κρατήσει χαμηλούς τόνους μετά τη λήξη των μεταβατικών προθεσμιών και στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου στη γειτονική χώρα, για να μη θεωρηθεί ότι παρεμβαίνει στα εσωτερικά της. Αυτό βεβαίως ήταν και το άλλοθι της κυβέρνησης Μητσοτάκη, η οποία επίσης δυσκολεύεται στη διαχείριση του θέματος. Ωστόσο, αυτό θα πρέπει να αλλάξει μετά τη διαφαινόμενη πολιτειακή και πολιτική αλλαγή στη Βόρεια Μακεδονία. Αν η νέα κυβέρνηση των Σκοπίων κάνει πράξη όσα προαναγγέλλει, τότε η επίσημη καταγγελία από την Αθήνα για τις παραβιάσεις της Συμφωνίας των Πρεσπών θα συνιστά μονόδρομο. Και η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να διαμηνύσει εγκαίρως (και να τρίξει τα δόντια) στον Μίτσκοσκι ότι η επιστροφή στο παρελθόν των εντάσεων και των αντιπαραθέσεων θα έχει σημαντικό κόστος για τη χώρα του. Σε διαφορετική περίπτωση, αν αφήσει τα πράγματα να κυλήσουν χαλαρά, όπως έκανε τα τελευταία χρόνια, η Αθήνα κινδυνεύει να βρεθεί αντιμέτωπη με προκλητικές απαιτήσεις από την κυβέρνηση των Σκοπίων για αναθεώρηση της Συμφωνίας. Κι άντε πάλι από την αρχή.